Αναμφίβολα διανύουμε δύσκολους καιρούς. Η οικονομική κρίση που ταλανίζει τον πλανήτη, κυρίως απο το 2008 και μετά, ανέκοψε την οικονομική ανάπτυξη παγκοσμίως με πολύ σοβαρές συνέπειες για την πρόοδο και την κοινωνική και οικονομική ευημερία των πολιτών. Μόνο το 2009, 95 χώρες παρουσίασαν σημαντική μείωση στο κατα κεφαλήν εισόδημα ενώ ο αριθμός των ανέργων παγκοσμίως αυξήθηκε απο 178 σε 205 εκατομύρια. Μέσα στο 2010 ο αριθμός των ανθρώπων που λιμοκτονούν ξεπέρασε το ένα δισεκατομύριο ενώ μόνο για την ίδια χρονιά υπολογίζεται πως 84 εκκατομύρια άνθρωποι προστέθηκαν σε εκεινους που ζούν με λιγότερο απο 1 δολάριο την ημέρα. Η αύξηση των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων ως αποτέλεσμα της αυξημένης ζήτησης και της καιροσκοπίας των αγορών, της κακής αναδιανομής της γής και της προσφοράς των αγροτικών προιόντων, των περιβαλλοντικών προβλημάτων και της κλιματικής αλλαγής, έχει προκαλέσει κλυδωνισμούς στην πολιτική και κοινωνική σταθερότητα των περισσοτέρων χωρών με σοβαρές συνέπειες για το μέλλον ολόκληρου του πλανήτη. Με αυτούς τους αρκετά ανησυχητικούς αριθμούς στο μυαλό, σκέφτομαι συχνά ποιο θα είναι το μέλλον της ανθρωπιστικής βοήθειας και κυρίως πόσο αυτή η βοήθεια έχει καλυτερεύσει επι της ουσίας τις ζωές των ανθρώπων που στοιβάζονται στις παραγκουπόλεις και τους καταυλισμούς των φτωχών χωρών.
Ας παρουμε το παράδειγμα της Ουγκάντας, η χώρα στην οποία εργάζομαι και ζώ τους τελευταίους μήνες. Μιλάω με πολλές οργανώσεις καθημερινά, ξένες αλλά και ντόπιες και οφείλω να ομολογήσω πως αρκετή δουλειά γίνεται κάτω απο ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες, οι οποίες δεν είναι επι του παρόντος να αναλύσω.
Βλέποντας όλα αυτά, δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ, αν τελικά οι ανθρωπιστικές οργανώσεις που εργάζονται στην Ουγκάντα (και κατα συνέπεια σε ολόκληρη την Αφρική) προσφέρουν κάποιο βιώσιμο αποτέλεσμα. Φαντάζομαι όλοι θα έχετε αναρωτηθεί κάποια στιγμή κάτι παρόμοιο, οπότε δεν πρόκειται και για κάποια πρωτότυπη σκέψη...
Πρόσφατα συζητούσα με τον εκπρόσωπο μιας μεγάλης ιατρικής οργάνωσης –απο τις πιο γνωστές και πολυδιαφημιζόμενες- που δραστηριοποιείται στην Β. Ουγκάντα. Εχουν στήσει ένα πολύ ωραίο πρόγραμμα που προσφέρει ιατρική περίθαλψη σε χιλιάδες κόσμο και παράλληλα εκπαιδεύουν ντόπιες μαίες και νοσοκόμες. Φυσικά το πρόγραμμα χρηματοδοτείται εξολοκλήρου απο την οργάνωση, έτσι μπορούν να λειτουργούν ανεξαρτητοι και να εργάζονται όπως εκείνοι θέλουν. Παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες, κάθε χρόνο οι άνθρωποι της περιοχής υποφέρουν απο τις ίδιες ασθένειες και η οργάνωση έχει να αντιμετωπίσει το ίδιο πρόβλημα που διαιωνίζεται. Γνωρίζουν πολύ καλά πως αν αποσυρθούν απο την περιοχή το πρόγραμμα τους δεν θα έχει καμία συνέχεια. Απο τη μιά η κυβέρνηση που αδιαφορεί και δεν έχει λάβει καμία δράση για την καταπολέμηση της ρίζας του κακού (που θα απαιτούσε χιλιάδες δολλάρια σε γεωργικά αναπτυξιακά προγράμματα, σε έργα πρόσβασης καθαρού νερού, σε διάνοιξη δρόμων κλπ κλπ), απο την άλλη οι ίδιοι που επιμένουν να λειτουργούν ως αυτόνομο μέλος και να αρνούνται να εντάξουν το προγραμμα τους σε έναν γενικότερο σχεδιασμό. Τι θα γίνει λοιπόν όταν θα φύγουν? Ποιος θα αναλάβει να πληρώνει τις μαίες που εκπαίδευσαν και να λειτουργεί το ιατρικό τους κέντρο? ΄Δυστυχώς κανείς.
Αυτή η εικόνα επαναλαμβάνεται σχεδον σε κάθε πρόγραμμα, σε κάθε γωνιά της Αφρικής. Και αυτό ίσως είναι και το μεγαλύτερο δίλημμα που αντιμετωπίζουν όλες οι οργανώσεις που εργάζονται στις αφρικανικές χώρες. Θα σκεφτόταν κάποιος πως ο ρόλος των οργανώσεων δεν είναι να σώσουν την χώρα αλλά να βοηθήσουν τους ευάλωτους πληθυσμούς. Ομως στην Αφρική οι ξένες οργανώσεις κάνουν κάτι περισσότερο απο αυτό. Στην ουσία αντικαθιστούν τις (συχνά ανύπαρκτες) κρατικές υπηρεσίες αντιμετωπίζοντας προσωρινά μια ανάγκη που η κυβέρνηση της χώρας αρνείται να παραδεχθεί. Υποτίθεται πως κάθε οργάνωση μεριμνά να εκπαιδεύσει τον πληθυσμό ώστε να υπάρξει μια σχετική αυτονομία στο μέλλον. Πως ακριβώς θα γίνει αυτό όμως, όταν τα βασικά προβλήματα παραμένουν άλυτα? Οταν ο πληθυσμός αυτός δεν έχει πρόσβαση στην εκπαίδευση, όταν οι ανάγκες του δεν υπάρχουν σε κανένα πολιτικό σχεδιασμό και όταν λείπουν οι δράσεις και οι επενδύσεις που θα δώσουν λύσεις στα περιβαλλοντικά προβλήματα που καταστρέφουν τις σοδειές και στις ασθένειες που αποδεκατίζουν τα κοπάδια? Ενα μεγάλο μέρος αυτών των σνθρώπων θα μεταναστεύσει στις πόλεις, και θα στοιβαχθεί στις παραγκουπόλεις. Η ανεργία, η έλλειψη καθαρού νερού, οι ασθένειες, θα δημιουργήσουν ένα καινούριο πρόβλημα. Τότε μια άλλη οργάνωση θα αναλάβει να βρεί άλλη λύση: να μοιράσει κουνουπιέρες, να διανείμει αντιρετροϊκά φάρμακα, να δημιουργήσει ένα καταφύγιο για τα παιδιά. Στην ουσία να μεριμνήσει για αυτά που όφειλε το κράτος να έχει ήδη κάνει. Ετσι μια μερίδα του πληθυσμού ανακουφίζεται προσωρινά, η κυβέρνηση επαναπαύεται, οι οργανώσεις έχουν ενα success story να επιδεικνύουν και να χρηματοδοτούνται και όλοι είναι ευχαριστημένοι. Μόνο που οι άνθρωποι συνεχίζουν να αρρωσταίνουν απο τις ίδιες ασθένειες, οι παραγκουπόλεις επεκτείνονται όλο και περισσότερο και το 80% των παιδιών δεν ολοκληρώνει ποτέ την βασική εκπαιδευση.
Στις συζητήσεις που κάνω τελευταία με οργανώσεις που δουλεύουν στα slum villages στην Καμπάλα ένα θέμα που έρχεται συχνά στο προσκήνιο είναι αυτό της πρόσβασης των κατοίκων σε καθαρό νερό και της εκπαίδευσης σε απλούς κανόνες όπως το πλύσιμο των χεριών. Και εδώ υπάρχει ένα τεράστιο θέμα. Οι άνθρωποι αγοράζουν το νερό και το μεταφέρουν σπίτια τους σε πλαστικά μπουκάλια. Ακριβως επειδή το αγοράζουν, η μόνη χρήση είναι για μαγείρεμα, οτιδήποτε άλλο είναι μια σπατάλη που δεν μπορούν να αντέξουν. Σε καμία περίπτωση δεν θα σπαταλήσουν το πολύτιμο νερό που αγοράστηκε με τόσο κόπο για το πλύσιμο των χεριών. Οπότε ποια έιναι η λύση? Να στηθεί μια αντλία καθαρού νερού? Και πως θα γίνει αυτό στην πρωτεύουσα όταν το νερό είναι μέρος του δημόσιου δικτύου ύδρευσης και δεν υπάρχει χώρος για μη κυβερνητική πρωτοβουλία. Ενα άλλο μεγάλο θέμα, είναι η έλλειψη αποχετευτικού συστήματος. Οι αποχετεύσεις είναι ανοικτές στη μέση των δρόμων και οι κάτοικοι τις χρησιμοποιούν ως τόπους απορριψης σκουπιδιών. Με τις βροχές γεμίζουν και χύνονται στους δρόμους. Η πλειοψηφία των κατοίκων δεν έχει πρόσβαση σε τουαλέτα. Συνήθως χρησιμοποιούν πλαστικές σακούλες, τις οποίες κρεμάνε στις στέγες των σπιτιών (τις λεγόμενες flying toilets). Πάλι με τις βροχές όλο το περιεχόμενο σκορπίζεται στους δρόμους δημιουργώντας συνεχείς εστίες μόλυνσης. Όπως και στην περίπτωση του νερού, η ανάπτυξη του αποχετευτικού συστήματος ανήκει στις αρμοδιότητες της κυβέρνησης. Τα τοπικά συμβούλια όμως δεν αναλαμβάνουν να βρούν μια λύση. Κάποιες τοπικές οργανώσεις προσπαθούν να πείσουν τους ιδιοκτήτες των σπιτιών να χτίσουν ένα απλό αποχωρητήριο για τους ενοίκους. Το όφελος πολλάπλό: λιγότερες ασθένειες, οι άνθρωποι θα μπορέσουν να εργαστούν άρα εξασφάλιση του ενοικίου. Ποιός όμως θα αδειάζει αυτά τα αποχωρητήρια και κυρίως που? Το φορτηγό του δήμου σπάνια έρχεται και τα σχέδια του δημοτικού συμβουλίου να ιδιωτικοποιήσει την υπηρεσία αυτή σίγουρα δεν βοηθάει. Κανείς δεν θα δώσει τα λιγοστά χρήματα που διαθέτει για να αδειάσει το αποχωρητήριο. Θα προτιμήσει απλά να πετάξει το περιεχόμενο στις ανοιχτές αποχετεύσεις.
Μια οργάνωση μπορεί να κάτσει χρόνια στην περιοχή και να μοιράζει φάρμακα, και να προσφέρει ιατρική βοήθεια. Τα παιδιά όμως θα συνεχίσουν να αρρωσταίνουν, οι αποχετεύσεις θα συνεχίσουν να μολύνουν τους δρόμους και το προσδόκιμο ζωής δεν θα ξεπερνάει τα 45 χρόνια.
Μια οργάνωση μπορεί να κάτσει χρόνια στην περιοχή και να μοιράζει φάρμακα, και να προσφέρει ιατρική βοήθεια. Τα παιδιά όμως θα συνεχίσουν να αρρωσταίνουν, οι αποχετεύσεις θα συνεχίσουν να μολύνουν τους δρόμους και το προσδόκιμο ζωής δεν θα ξεπερνάει τα 45 χρόνια.
Τώρα θα μου πείτε, ωραία όλα αυτά τα γενικά που λές, τι έχεις να προτείνεις όμως πέρα απο τη θεωρία. Ειλικρινά δεν ξέρω. Δεν έχω λύση, δεν ξέρω καν αν υπάρχει. Ούτε επιχειρώ να κάνω κάποια βαθυστόχαστη επιστημονική ανάλυση επι του θέματος. ‘Αλλωστε έχουν γραφτεί δεκάδες βιβλία, έχουν γίνει εκατοντάδες συνέδρια και έχει χυθεί άπειρο μελάνι με αναλύσεις επι των αναλύσεων. Ακόμα όμως είμαστε στο ίδιο σημείο εκκίνησης.
Περπατώντας στους δρόμους και κοιτώντας τον κόσμο που προσπαθεί να επιβιώσει σκέφτομαι πως σε όλα αυτά ξεχνάμε κάτι βασικό: τη φτώχεια. Η φτώχεια αρρωσταίνει τους ανθρώπους και διώχνει τα παιδιά απο το σχολείο. Και η φτώχεια δεν είναι πρόβλημα ανθρωπιστικό αλλά πολιτικό και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται. Και σε αυτό το σημείο οι περισσότερες οργανώσεις έχουν αποτύχει. Ισως τελικά αντί να βοηθάμε τους φτωχούς αφρικανούς, καλό θα ήταν να τους επιτρέψουμε να βοηθήσουν οι ίδιοι τον εαυτό τους. Με την δικαιολογία της (υπαρκτης) διαφθοράς και της έλλειψης τεχνογνωσίας αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες, αδιαφορούμε για τις υπάρχουσες δομές και στερούμε απο τις τοπικές κυβερνήσεις και τους ντόπιους πληθυσμούς την ευκαρία να μάθουν απο τα λάθη τους και να πάρουν την ζωή τους στα χέρια τους. Δημιουργούμε σχέσεις εξάρτησης, και τελικά αντί να γινόμαστε μέρος της λύσης γινόμαστε μέρος του προβλήματος. Συχνά άλλωστε ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις....
Ελπίζω πως σύντομα ο κόσμος της Αφρικής θα το καταλάβει αυτό και θα σπάσει τις νέες αλυσίδες που του φοράνε οι σωτήρες του, ξένοι και ντόπιοι. Εχω λόγους να πιστεύω πως αυτή η μέρα θα έρθει πιο γρήγορα απο όσο νομίζουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου