Η Πιονγκ Γιανγκ είναι αναμφίβολα η πιο άγνωστη πόλη στον κόσμο. Και όπως είναι φυσικό, ότι δεν γνωρίζεις παίρνει διαστάσεις μύθου (ή και εφιάλτη) στο μυαλό σου. Από ένα σημείο και μετά, τα πάντα μπερδεύονται και είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσεις που τελειώνει το ψέμα και που αρχίζει η αλήθεια. Δεν θα ισχυριστώ πως η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική, η αλήθεια είναι όμως πως ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο, υπάρχουν πάντα και κάποιες γκρι ζώνες. Και αυτές οι γκρι ζώνες είναι που δίνουν ζωή στην πόλη και ανάσα στους κατοίκους της.
Όπως όλοι οι ξένοι κάτοικοι της Πιονγκ Γιανγκ, το κράτος μας έχει παραχωρήσει ένα παλιό διαμέρισμα σε μια σοβιετικού τύπου πολυκατοικία στο International Compound. Τα διαμερίσματα θεωρούνται πολυτελείας εφόσον υπάρχει τρεχούμενο νερό και ηλεκτρικό, αν και οι διακοπές είναι καθημερινές για τουλάχιστον 4 με 5 ώρες. Χρειάζεται μόνο ένα τέταρτο με το ποδήλατο, για να αφήσεις πίσω τους ψηλούς τοίχους της γειτονιάς των ξένων και να βρεθείς απευθείας στην άγνωστη αλλά συναρπαστική Πιονγκ Γιανγκ.
Το ποδήλατο είναι σχετικά εύκολη υπόθεση. Οι δρόμοι έχουν τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας και είναι σχεδόν άδειοι. Η μόνη κίνηση είναι τα φορτηγά που μεταφέρουν υλικά κατασκευής, τα μπλε ταξί και τα ολοκαίνουρια κυβερνητικά αυτοκίνητα που διασχίζουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα τους άδειους δρόμους. Φωτεινοί σηματοδότες δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου και η κυκλοφορία (?) ρυθμίζεται από τις πανέμορφες νεαρές τροχονόμους που με την μπλε στολή και τα κοντά άσπρα καλτσάκια θυμίζουν μαθήτριες γυμνασίου.
Βγαίνοντας από τη διεθνή συνοικία θα διασχίσεις την μεγάλη κεντρική λεωφόρο που θα σε οδηγήσει στην γέφυρα του κεντρικού ποταμού Τεντογκ, ο οποίος έχει χαρίσει κ το όνομα του στην εθνική μπύρα της Βόρειας Κορέας.
Με το τεράστιο ποδήλατο μου προσπαθούσα να περάσω ανάμεσα από το πλήθος που με κοιτούσε με πολύ ενδιαφέρον. Δεν υπήρχε δευτερόλεπτο που να μη νιώθω όλα τα βλέμματα καρφωμένα πάνω μου. Αρκετοί με φώναζαν για να με χαιρετίσουν ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που γελούσαν δυνατά κάθε φορά που περνούσα δίπλα τους. Όταν εστρεφα το βλέμμα και τους χαιρετούσα με το ίδιο χαμόγελο, έκαναν σχεδόν σαν μικρά παιδιά από τη χαρά τους. Ομολογώ πως πρώτη φορά στη ζωή μου αποτέλεσα αντικείμενο τόσης προσοχής και παρατήρησης..
Η πόλη έχει αρκετές υπόγειες διαβάσεις, τις οποίες πρέπει υποχρεωτικά να κατέβεις διότι απαγορεύεται να διασχίσεις την λεωφόρο ακόμα κ αν είναι τελείως άδεια. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως πρέπει κάθε φορά να παίρνεις το ποδήλατο αγκαλιά και να κατεβαίνεις τα δεκάδες σκαλιά για να βρεθείς στο σκοτεινό δαιδαλώδη διάδρομο της διάβασης. Οι κίνδυνοι όμως, πέραν του να σκοντάψεις στα σκαλιά καθώς δεν βλέπεις τίποτα, είναι ανύπαρκτοι. Ζητιάνοι και εγκληματικότητα είναι κάτι που δεν θα δεις πουθενά στην πόλη.
Όπως επίσης δεν θα δεις και καταστήματα, καφέ ή εστιατόρια...Ούτε καν ένα μικρό μέρος να αγοράσεις νερό ύστερα από τόση ώρα ποδηλασίας. Στην τεράστια (και κατά γενική ομολογία εντυπωσιακή) πλατεία Κιμ Σουνγκ Ιλ, υπάρχει το μοναδικό καφέ της πόλης, το οποίο όμως αν δεν το γνωρίζεις πιθανόν να μην το πάρεις καν είδηση. Το καφέ στεγάζεται σε ένα άχρωμο σοβιετικού τύπου κτήριο και θυμίζει πάρα πολύ αίθουσα αναμονής του ΚΤΕΛ (ή του ΙΚΑ αν θέλετε σε εκδοχή της δεκαετίας του '70). Παρόλα αυτά τα κορίτσια είναι ευγενέστατα, και κάνουν ότι μπορούν να σε περιποιηθούν. Πάντα δύο μαζί, ώστε να ελέγχει η μια την άλλη, στέκονται ακούραστες με την κονκάρδα στο πέτο και ένα βιβλίο στο χέρι το οποίο διαβάζουν με ευλάβεια όταν δεν εξυπηρετούν τους πελάτες...
Μπορεί το καφέ αυτό (με το εντυπωσιακό όνομα " Το σπίτι του Κλάους") να μην έχει πολλούς κορεάτες αλλά μην φανταστείτε πως και οι ντόπιοι δεν έχουν δικαίωμα σε στιγμές χαλάρωσης. Διάσπαρτα στην πόλη θα δεις μικρά τσιμεντένια δωματιάκια με ανοιχτή πρόσοψη όπου πουλάνε έτοιμα σάντουιτς, γλυκά, αναψυκτικά, παγωτά-γρανίτες για τα παιδιά και τσάι...Ο κόσμος αγοράζει βιαστικός και συνεχίζει τον δρόμο του ενώ τα μικρά παιδιά με το παγωτό γρανίτα στο χέρι περπατάνε ευτυχισμένα δίπλα στους βιαστικούς ενήλικες.
Σίγουρα η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν είναι αυτό που χαρακτηρίζει την Πιονγκ Γιανγκ, θα εκπλαγείς όμως όταν δεις πως ακόμα και εδώ η μάχη για επιβίωση φέρνει και τις μικρές αλλαγές: γυναίκες πουλάνε σε μικρά καρότσια φρούτα και λαχανικά από τους κήπους τους ενώ άντρες με εργαλεία και τρόμπες περιμένουν στην άκρη του δρόμου υποψήφιους πελάτες με χαλασμένα ποδήλατα και σκασμένα λάστιχα...
Διασχίζοντας το κέντρο της πόλης όπου βρίσκονται τα επιβλητικά μνημεία με τα τεράστια αγάλματα των ηγετών, το κωνικό μισοτελειωμένο ξενοδοχείο Koryo, το εντυπωσιακό έμβλημα Junche που συμβολίζει την αυτάρκεια της χώρας σε όλα τα επίπεδα, εντυπωσιάζεσαι από τα τεράστια κτήρια που είναι παραταγμένα κατά μήκος των δρόμων. Σύμφωνα με την επίσημη θέση πρόκειται για κατοικίες οι οποίες έχουν δοθεί στο λαό από την κυβέρνηση, παρόλο που κανείς δεν φαίνεται να κατοικεί σε αυτά..
Στάθηκα αρκετή ώρα παρατηρώντας τα κτήρια. Με μια πρώτη ματιά μοιάζουν επιβλητικά, καινούρια και φροντισμένα. Αν όμως κοιτάξεις καλύτερα τότε θα προσέξεις τις ρωγμές, τα σπασμένα τζάμια, τους ξεφτισμένους σοβάδες και τα καλώδια που κρέμονται στα μπαλκόνια...Μα πάνω από όλα θα προσέξεις πόσο μελαγχολικά άδεια στέκουν, θυμίζοντας μια αίγλη άλλης εποχής που όμως πλέον έχει χάσει την λάμψη της. Και που όσο και να προσπαθεις να γυαλίσεις την πρόσοψη, οι ρωγμές θα λένε πάντα την αλήθεια...
4 σχόλια:
μου ακούγεται λίγο τρομακτικό.
όχι τρομακτικό τύπου θρίλερ, τρομακτικό "κοινωνικά" σαν να έχουν απαγορεύσει τη ζωή να υπάρξει δημόσια.
και ιδιωτικά άραγε? πώς να περνάνε...
πολυ εντυπωσιακο αρθρο....θελω να μαθω κι
αλλα....οσα επιτρεπονται βεβαια..
kala ti kanete sthn Voreia Korea?
Ειμαστε για δουλεια αν και εγω θα ξαναφυγω και θα ξαναρθω πιο μετα επειδη η βαση μου ειναι η Μπανγκοκ μεχρι τα Χριστουγεννα...
Δημοσίευση σχολίου