Εαν υπάρχει ένα μέρος που θα ήθελα να ξαναγυρίσω (και σκοπεύω να το κάνω σύντομα) αυτό ειναι το Λάος. Μια μικρή χώρα «στριμωγμένη» ανάμεσα στην Ταϊλάνδη, την Κίνα, το Βιετνάμ και την Βιρμανία, θυμίζει ακόμα κάτι απο αυτό που ήταν η ΝΑ Ασία προτού την έλευση των τουριστών και του Lonely Planet. Παραμένει επίσης το τελευταίο κομουνιστικό κράτος του πλανήτη, όπου ακόμα και σήμερα θα δείς στους δρόμους της Vientiane κόκκινες σημαίες με το σφυροδρέπανο. Οφείλω όμως να ομολογήσω πως το καθεστώς έχει κάνει αρκετά ανοίγματα, κυρίως στον τομέα του τουρισμού ενώ ιδιωτικοί ξενώνες, μικρά εστιατόρια και καφέ έχουν ανοίξει σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Το Λάος βαδίζει πρός τη νέα χιλιετία με μικρά και δειλά βήματα και ας ελπίσουμε πως δεν θα γίνει ο νέος παράδεισος της παιδικής πορνείας και των ναρκωτικών, όπως ήταν στις δεκαετίες του 80 και 90 η γειτονική Ταϊλάνδη.
Το Λάος πλήρωσε ένα βαρύτατο τίμημα κατά τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ηταν η χώρα «χωρίς όνομα» όπως την αναφέρουν οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες, και χρησίμευε σαν χώρος απόρριψης πυρομαχικών, βομβών, χημικών και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Οσες βόμβες δεν κατάφερε να ρίξει στο Βιετνάμ η αμερικανική αεροπορία απλά τις «ξεφορτωνόταν» στο Λάος. Αποτέλεσμα, πάνω απο 2.000.000 τόνοι (ναι καλά διαβάσατε) πυρομαχικών έπεσαν στα χωριά και στις πόλεις, σκοτώνοντας χιλιάδες κόσμο και αφήνοντας μια κληρονομιά που βασανίζει τη χώρα μέχρι και σήμερα, σχεδόν 50 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Τα μισά απο αυτά τα πυρομαχικά βρίσκονται θαμμένα στη γή και σχεδόν κάθε εβδομάδα παιδιά και ενήλικες που σκάβουν τα χωράφια τους ή ψάχνουν παλιοσίδερα για να τα πουλήσουν ακρωτηριάζονται ή σκοτώνονται όταν η αξίνα τους ακουμπάει κάποιο απο τα «δώρα» της αμερικανικής αεροπορίας.
Μια ακόμα κληρονομιά της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, εκτός απο τις νεοπλασματικές ασθένειες, τις δυσμορφίες και τις τερατογεννέσεις που συνεχίζονται ακόμα λόγω των χιλιαδων χημικών με τα οποία ψεκάστηκε η χώρα «χωρίς όνομα», ήταν οι διώξεις εναντίον της μεγαλύτερης εθνικής μειονότητας της χώρα, των Hmong. Το καθεστώς του Λάος ποτέ δεν υπήρξε φιλικό με τις εθνικές μειονότητες και έψαχνε να τις ξεφορτωθεί με κάθε τρόπο, όμως η περίπτωση των Hmong είναι ιδιαίτερη. Κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ οι Hmong χρησιμοποιήθηκαν απο τους αμερικανούς ώς ο «δούρειος ίππος» τους στη χώρα. Εκμεταλλευόμενοι την χρόνια διαμάχη μεταξύ μειονότητας και κυβέρνησης, υποσχέθηκαν στους Hmong πολιτικά προνόμια και εξουσία στρέφοντας τους εναντίον του καθεστώτος. Οταν ο πόλεμος τελίωσε και οι αμερικανοί έφυγαν, το τελευταίο που τους απασχολούσε ήταν φυσικά οι πρώην σύμμαχοι τους. Χιλιάδες Hmong σφαγιάστηκαν και εκτοπίστηκαν ενώ εκατοντάδες άλλοι κατέφυγαν ως πρόσφυγες στις γειτονικές χώρες. Οι αμερικανοί αρνήθηκαν να παράσχουν άσυλο στους εκδιωκόμενους, αφήνοντας τον ΟΗΕ και τις γειτονικές χώρες να λύσουν ένα πρόβλημα, που παραμένει άλυτο μέχρι τις μέρες μας.
Αυτά για την ιστορία, έτσι για να καταλάβουμε πως τίποτα απο όσα συμβαίνουν σήμερα στον πλανήτη δεν είναι όυτε τυχαίο ούτε μεμονωμένο περιστατικό. Μπορεί οι δυτικές κυβερνήσεις να κόπτωνται για την αθωότητα τους όμως η δική τους οικονομική και εξωτερική πολιτική έχει φέρει τα αποτέλέσματα που όλοι πλέον βιώνουμε.
Φτάνοντας στη Vientiane αυτό που πρώτα παρατηρείς είναι η νωχελική ηρεμία της πόλης. Χτισμένη στις όχθες του Μεκόνγκ ποταμού, τίποτα δεν θυμίζει τις θορυβώδεις πρωτεύουσες της ΝΑ Ασίας. Τα αυτοκίνητα είναι ελάχιστα, οι δρόμοι είναι καθαροί, τα πεζοδρόμια άνετα και γεμάτα λουλούδια. Παιδάκια παίζουν στα κλαδιά των μεγάλων μάνγκο δένδρων και σου χαρίζουν ντροπαλά χαμόγελα όταν τα πλησιασεις. Μόνο τα τουκ τουκ με τις θορυβώδεις μηχανές χαλάνε κατα διαστήματα την νυσταγμένη ηρεμία. Ανάμεσα στα χαμηλά σπίτια κα τα κυβερνητικά κτίρια δεσπόζουν πανέμορφα βουδιστικά μοναστήρια στολισμένα με χρυσοποίκιλτες στέγες και πορτοκαλοχρωμους δρακους Οι κάτοικοι του Λάο είναι ιδιαίτερα θρησκευόμενοι και ακολουθούν μια τοπική εκδοχή του βουδισμού, μπερδεμένη με αρχέγονες θεότητες και παγανιστικές δοξασίες. Κάθε ξημέρωμα οι βουδιστές μοναχοί θα βγούν στους δρόμους κρατώντας ένα μικρό τσίγκινο δοχείο και ψάλλοντας βουδιστικούς ύμνους. Οι δρόμοι φωτίζονται απο το πορτοκαλί και κίτρινο χρώμα τως ρούχων τους καθώς περπατάνε μπροστα στα σπίτια και ο κόσμος τρέχει να γεμίσει το τσίγκινο δοχείο τους με φαγητό. Αυτό θα είναι κ το μοναδικό γεύμα της ημέρας. Εδωσα φαγητό προσέχοντας να μην αγγίξω τα ρούχα του νεαρού μοναχού που πέρασε μπροστά μου. Το βλέμμα μου ακολούθησε νοητά την πορτοκαλί σειρά των ανδρών και γυναικών που σιγά σιγά χανόταν καθώς η πόλη ξυπνούσε.
Τα τελευταία χρόνια το Λάος έχει αρχίσει να γίνεται πόλος έλξης νεαρών backpackers που με τον Lonely planet ανα χείρας ανακαλύπτουν την χαμένη γοητεία της Ανατολής. Η γειτονική πόλη Vang Vieng είναι το σημείο αναφοράς των απανταχού backpackers. Προσφέροντας αφθονο αλκοόλ και επικίνδυνα «σπορ» απο αυτοσχέδια τουριστικά γραφεία στις όχθες του Μεκόνγκ, κατακλύζεται απο νεαρούς τουρίστες που φέρνουν μαζί τους εκτός απο χρήμα και κάθε είδους ναρκωτικό. Το Λάος μαζί με τον τουρισμό έχει ανακαλύψει και το ναρκο-χρήμα. Μαζί με τα ναρκωτικά ήρθε και η πορνεία. Σε μια χώρα που μέχρι πριν λίγα χρόνια, η σχέση μια ντόπιας γυναίκας με κάποιον ξένο ισοδυναμούσε με ποινή φυλάκισης, η πορνεία ακουγόταν σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Οχι πια. Τώρα θα δείς νεαρές γυναίκες, χωρίς μακιγιάζ ούτε φανταχτερά ρούχα, να κάθονται υπομονετικά τις νύχτες στους σκοτεινούς δρόμους της πρωτεύουσας περιμένοντας κάποιον πελάτη. Θα δείς αμερικανούς και ευρωπαίους κάποιας ηλικίας να κρατάνε τρυφερά απο το χέρι ένα μικροκαμωμένο κορίτσι και θα αναρωτιέσαι αν θα είναι πάνω απο 15 χρονών. Το Λάος είναι η νέα αγορά τρυφερής σάρκας και εκατοντάδες κορίτσια και αγόρια προωθούνται κάθε χρόνο παράνομα στους οίκους ανοχής της Ταυλάνδης και του Βιετνάμ.
Αποφάσισα συνειδητά να μην επισκεφθώ την Vang Vieng με την ελπίδα να αποφύγω όλο αυτό το πανδαιμόνιο και τους «νεο χιππυ». Προτίμησα να απολαύσω την παγωμένη Λάο μπύρα στα ήσυχα καφέ της πρωτεύουσας, κρυμμένα μέσα στην άγρια βλάστηση στις όχθες του Μεκόνγκ. Κάθώς ο ήλιος βασίλευε, έβαφε το ποτάμι με ένα χρυσοκόκκινο χρώμα και οι ψαράδες που μάζευαν τα δίχτια τους χάνονταν μέσα στις πορτοκαλι και γαλάζιες σκιές του ορίζοντα. Ενας φωτεινός πράσινος βάτραχάκος που ήρθε χοροπηδώντας στο ξύλινο τραπεζάκι μου, μου θύμισε πως ήταν ώρα να φύγω. Επρεπε να πάω στο ναό της Θεάς να προσφέρω γάλα καρύδας και φρούτα ώστε να έχω καλό δρόμο, η φίλη που με φιλοξενούσε στο Λάος, η Βατεναπον, επέμενε παρα πολύ σε αυτό και δεν ήθελα να της χαλάσω το χατήρι. Το επόμενο πρωί θα έπαιρνα το λεωφορείο για ένα μεγάλο ταξίδι 9 ωρών που θα με πήγαινε μέσα απο τα μικρά χωριουδάκια στην πόλη που έζησε ή κατα άλλους γεννήθηκε ο Βούδας, την ιερή Luang Prabang.
Αλλα αυτό είναι απο μόνο του μια τελείως διαφορετική ιστορία και θα σας τη διηγηθώ μια άλλη φορά...
3 σχόλια:
περιμένω να την ακούσω ...με μια παγωμένη άμστελ πίλσνερ στο χέρι... εισαι φοβερή.
Και τι έγινε μετά? Πώς πέρασαν οι 9 ώρες στο λεωφορείο?
ΓΡΑΦΕΕΕΕΕ!!!
Κάτι μου λέει ότι το παρτ του θα είναι ακόμη πιο ενδιαφέρον και περιπετειώδες!!!!!
Δημοσίευση σχολίου