Ακριβώς τέτοια εποχή πριν ένα χρόνο άφηνα την Ουγκάντα. Θυμάμαι ακόμα τη στεναχώρια εκείνης της τελευταίας μέρας. Η Ανέτ δίπλα μου να κλαίει σιωπηλά και να τακτοποιεί πράγματα σε κούτες. Εγώ να της δίνω κουράγιο και ο Φράνσις να ανεβοκατεβαίνει τις σκάλες μεταφέροντας κουτιά και προσπαθώντας να ελαφρύνει το κλίμα με αστεία. Ο Σαντυ στην αυλή μας κοιτούσε μουδιασμένα και έκανε μηχανικές κινήσεις.
Την ημέρα εκείνη μάζεψα όλα μου τα ρούχα, κράτησα λίγα για να ταξιδέψουμε και τα μοίρασα στους φίλους μου. Κουβέρτες, ρούχα, σεντόνια, παιχνίδια, αντικείμενα, τα πάντα. Τίποτα δεν κράτησα και τίποτα δεν μου έλειψε. Τα έδωσα όλα ανάμεσα σε δάκρυα, αγκαλιές και υποσχέσεις πως θα επιστρέψω.
Ακόμα δεν έχω καταφέρει να κρατήσω αυτή την υπόσχεση...
Ακόμα δεν έχω καταφέρει να κρατήσω αυτή την υπόσχεση...
Όλα αυτά ένα χρόνο πριν...
Από την νωχελική ζωή της Ουγκάντα βρέθηκα στον λαβύρινθο της Μπανγκόκ...Στο μεταξύ συνέβησαν μερικά καταπληκτικά πράγματα και άλλα λιγότερο καταληκτικά...
Γνώρισα μια καινούρια χώρα που με συγκλόνισε: τη Βόρεια Κορέα. Από τους ελάχιστους τυχερούς που έζησαν στον τελευταίο "σοσιαλιστικό παράδεισο".